Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2009

Η αμερικανική Αριστερά κινητοποιείται δυναμικά εναντίον ενός πολέμου που στοιχίζει ακριβά σε ανθρώπινες ζωές

Μαραθώνιες διαβουλεύσεις, που συνεχίζονται και σήμερα, με την πέμπτη κατά σειρά συνάντηση με την ομάδα της εθνικής ασφαλείας των ΗΠΑ, έχει ο Μπαράκ Ομπάμα με στόχο να λύσει τη δύσκολη εξίσωση της λεγόμενης «αναθεωρημένης πολιτικής» του για το Αφγανιστάν.

Ο πρόεδρος έχει δεσμευθεί να ανακοινώσει, μάλλον την ερχόμενη εβδομάδα, αν θα στείλει άλλους 40.000 αμερικανούς στρατιώτες στο πεδίο της μάχης, όπως πιεστικά του ζητεί ο ανώτατος διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, στρατηγός Στάνλεϊ Μακ Κρίσταλ.

Οι διαρροές από τον Λευκό Οίκο λένε ότι ο κ. Ομπάμα προσανατολίζεται προς μία σολομώντεια λύση: δεν πρόκειται να αυξήσει σε τέτοιον μεγάλο βαθμό τον αριθμό των στρατιωτών, αλλά ούτε και να ανακοινώσει ταχεία απόσυρση του αμερικανικού στρατού από το Αφγανιστάν. Το Πεντάγωνο και πολλοί Ρεπουμπλικανοί τάσσονται υπέρ της αύξησης. Ο ηττημένος υποψήφιος για την προεδρία, γερουσιαστής Τζον Μακ Κέιν, κατηγόρησε ευθέως τον Ομπάμα ότι «καθυστερεί υπερβολικά να πάρει την κρίσιμη απόφαση». Καλά ενημερωμένες πηγές λένε ότι ο στρατηγός Μακ Κρίσταλ έδωσε στον πρόεδρο και μια άλλη επιλογή, επίσης υψηλού κινδύνου: «Να μη σταλούν καθόλου ενισχύσεις», κάτι που επίσης δεν φαίνεται πιθανόν να ανακοινώσει.

«Ο πρόεδρος γνωρίζει ότι ό,τι και αν αποφασίσει, κάποιοι οπωσδήποτε θα δυσαρεστηθούν, αλλά θέλει να δείξει ότι θα καταλήξει στην απόφαση μακριά από πιέσεις» γράφει η «Washington Ρost». Την ίδια στιγμή, η ευρύτερη Αριστερά, οργανώσεις, ακτιβιστές, έντυπα και προσωπικότητες των Δημοκρατικών έχουν αρχίσει να κινητοποιούνται δυναμικά εναντίον ενός πολέμου που λένε ότι έχει στοιχίσει ήδη πολύ ακριβά σε ανθρώπινες ζωές και χρήματα. Το σύνθημα που κυριαρχεί στις διαδηλώσεις τους είναι η απόσυρση του στρατού από το Αφγανιστάν. O Κρίστοφερ Χέις, διευθυντής του περιοδικού της ριζοσπαστικής Αριστεράς «Τhe Νation», εκτιμά ότι αυτές οι διαδηλώσεις «δείχνουν την αυξανόμενη δυσφορία της κοινής γνώμης για τον πόλεμο, και την απόρριψή του από τη βάση, και από υψηλόβαθμα στελέχη του κόμματος των Δημοκρατικών».

«Οσοι αντιτίθενται στον πόλεμο έχουν αρχίσει να μη νιώθουν τόσο μόνοι, και αυτό τους δίνει νέα δύναμη για κινητοποιήσεις... Πιστεύουν ότι τώρα, επιτέλους, μπορούν να κάνουν κάτι για να αλλάξουν τα πράγματα» λέει ο κ. Χέις. Το περιοδικό του δημοσίευσε μία «ανοικτή επιστολή προς τον Μπαράκ Ομπάμα» η οποία καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι «οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν πρόκειται να κερδίσουν ποτέ αυτόν τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, όπως δεν τον κέρδισαν ούτε οι σοβιετικοί». Επιπλέον, έχουν αρχίσει να ακούγονται όλο και πιο συχνά, και δημοσίως, συγκρίσεις με το εθνικό τραύμα, το «τέλμα» του Βιετνάμ, στο οποίο βυθίστηκε ο στρατός των ΗΠΑ τη δεκαετία του 1960.

«Τότε, ακούγαμε τους πολιτικούς να μιλάνε συνεχώς για την ανάγκη να ενισχύσουμε τις δυνάμεις μας στο Βιετνάμ. Πολλοί πίστευαν ότι με περισσότερα στρατεύματα θα βλέπαμε φως στην άκρη του τούνελ. Τελικά είχαν άδικο» είπε ο βετεράνος εκείνου του πολέμου, πρώην υποψήφιος πρόεδρος των Δημοκρατικών, γερουσιαστής Τζον Κέρι. Σε μια αντιπολεμική συγκέντρωση στο Λος Αντζελες συμμετείχε η Τζόντι Εβανς, μέλος του κινήματος «Κωδικός Ροζ, γυναίκες υπέρ της ειρήνης» .

«Δ υσκολευτήκαμε να κινητοποιήσουμε τον κόσμο κατά του πολέμου στο Αφγανιστάν επειδή από εκεί ξεκινούν οι τρομοκράτες της Αλ Κάιντα. Ο κόσμος δεν ήθελε να σταθεί εμπόδιο στην επιτυχία αυτού του πολέμου, αλλά τώρα είναι πιο δεκτικός στο μήνυμά μας. Ακόμη και στο εσωτερικό του κόμματος (σ.σ.: των Δημοκρατικών) η πίεση έχει ενταθεί», λέει. Πρόσφατη δημοσκόπηση, για λογαριασμό της «Washington Ρost» και του ΑΒC, δείχνει ότι μόλις ένας στους τέσσερις Αμερικανούς συμφωνεί με την αποστολή επιπλέον στρατευμάτων στο Αφγανιστάν. Παρ΄ όλα αυτά, το ζήτημα του Αφγανιστάν δεν αποτελεί προτεραιότητα για την αμερικανική κοινή γνώμη. «Βρίσκεται πολύ πιο πίσω από την κατάσταση της οικονομίας και τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος» εκτιμά ο κ. Χέις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου